Κυριακή 1 Μαΐου 2016

Μοιράστηκα τα βάσανα των πολλών


"Μοιράστηκα τα βάσανα των πολλών". 

Ο Τσέζαρε Παβέζε σφραγίζει τη μεταπολεμική Ιταλία, γράφοντας για τον έρωτα και τον θάνατο. 


Cesare Pavese,
Τα ποιήματα (Εκδ. Printa),
Το φεγγάρι και οι φωτιές (Εκδ. Μεταίχμιο)

γράφει η κ. Τιτίκα Δημητρούλια

«Όλους τους συγχωρώ και από όλους ζητώ συχώρεση, εντάξει; Και να λείπουν τα κουτσομπολιά». Αυτό το σημείωμα άφησε πίσω του ο Τσέζαρε Παβέζε (1908–1950), πριν αυτοκτονήσει στις 27 Αυγούστου 1950 – κλείνοντας το μάτι στον Μαγιακόφσκι, τον οποίο αντέγραψε στον αποχαιρετισμό. Ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής και δοκιμιογράφος, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ιταλικής μεταπολεμικής λογοτεχνίας, ο Παβέζε είχε γράψει αυτά τα λίγα λόγια στην πρώτη σελίδα του βιβλίου του «Διάλογοι με τη Λευκώ». Τον περασμένο Αύγουστο, ο διευθυντής του Κέντρου Σπουδών για τον Παβέζε αποκάλυψε ότι υπήρχε και δεύτερο σημείωμα, μέσα στους «Διαλόγους». Σε ένα δελτίο δανειστικής βιβλιοθήκης, τρεις φράσεις που λένε τα πάντα: «Ο θνητός άνθρωπος, Λευκώ, δεν έχει άλλο αθάνατο πάρεξ την ανάμνηση που κουβαλά και την ανάμνηση που αφήνει» (από τους «Διαλόγους») –«δούλεψα, πρόσφερα στους ανθρώπους ποίηση, μοιράστηκα τα βάσανα των πολλών» (από την «Τέχνη του ζην»)– «Έψαξα να βρω τον εαυτό μου». Μέσα από τον έρωτα, την πολιτική και την ποίηση. Εις μάτην.

«Μάτια ψυχρά και φονικά»

Ορφανός από πατέρα, με μητέρα ψυχρή και αυστηρή, ο Παβέζε είναι ένα κλειστό παιδί, που αγαπά τα βιβλία και τους περιπάτους στη φύση. Με την οδύνη του προδομένου έρωτα και την ιδέα του θανάτου έρχεται σε επαφή στην εφηβεία του ήδη. Όταν πληροφορείται την αυτοκτονία ενός φίλου του, γεμάτος θαυμασμό για την τόλμη του, γράφει προφητικά: «Ο Παβέζε είναι νεκρός». Θα συνεχίσει μέχρι τέλους να προλέγει στο έργο του τις εξελίξεις της ζωής του. Μετά τη νεαρή χορεύτρια που τον αφήνει, δεκαεφτά χρόνων, να περιμένει μες στη βροχή, θα συναντήσει πολλές γυναίκες με «μάτια ψυχρά και φονικά, μάτια που δεν χαμηλώνουν» και «βραχνή φωνή», οι οποίες θα τον συντρίψουν. Βαθιά προοδευτικός, θα στρατευτεί στην Αριστερά.

Ο Παβέζε θα επανασχεδιάσει, μαζί με τον Έλιο Βιτορίνι και τον Εμίλιο Τσέκι, το λογοτεχνικό τοπίο της εποχής με τις μεταφράσεις του, κυρίως μεγάλων Αμερικανών συγγραφέων (Μέλβιλ, Φώκνερ, Ντος Πάσος, Άντερσον, Σίνκλερ κ.ά.). Μέσα από τα έργα τους, εισηγείται καινοτόμες αφηγηματικές τεχνικές, ένα νέο λογοτεχνικό ιδίωμα, ανοιχτό στις διαλέκτους και τον λαϊκό λόγο και εισάγει τις μάζες και τη φωνή τους στον κλειστό ορίζοντα της φασιστικής Ιταλίας. Με τις ίδιες τεχνικές θα πειραματιστεί και στα δικά του πεζογραφήματα, αντιπροσωπευτικά ενός υπαρξιακού ρεαλισμού που κορυφώνεται στο κύκνειο άσμα του, το «Φεγγάρι και οι φωτιές». Ωραία μεταφρασμένο από την Άννα Παπασταύρου, το μυθιστόρημα αυτό αφηγείται με φλας–μπακ την ιστορία ενός πάμφτωχου, νόθου παιδιού, που κάνει περιουσία στην Αμερική και επιστρέφει στον τόπο όπου μεγάλωσε, για να τον βρει ίδιο και μαζί εντελώς αλλαγμένο. Συνοψίζει όλα τα τυπικά, παβεζικά θέματα, το νόστο, την αναζήτηση της ταυτότητας, τη δυστοπία, τον θάνατο. Συνδυάζοντας τον αταβισμό με την ταξική και ιστορική βία, αναφέρεται στον φασισμό, τον πόλεμο και την Αντίσταση.

Με ύφος αφτιασίδωτο

Γνωστός και αναγνωρισμένος κυρίως ως πεζογράφος, ο Παβέζε προσέδιδε ιδιαίτερη θέση στην ποίηση. Η πρώτη του συλλογή, «Η δουλειά κουράζει» (1936 και 1943, με προσθήκη ποιημάτων), βρίσκεται στους αντίποδες του ερμητισμού και της καθαρής ποίησης. Υπό την επίδραση του Ουίτμαν, και του Μπωντλαίρ, ο Παβέζε δημιουργεί, σε στίχο απλωμένο που κλονίζει τη διάκριση μεταξύ ποιητικού και πεζού λόγου, έναν κόσμο με δύο όψεις εξίσου μαγικές και επικίνδυνες, της πόλης και της υπαίθρου. Μυθιστόρημα μαζί και έπος, η ποίηση–αφήγησή του περιγράφει την πιο απλή και απτή πραγματικότητα με ύφος αφτιασίδωτο και γλώσσα με πολλά διαλεκτικά στοιχεία, και τη μετουσιώνει σε μια τραγωδία κοσμικών διαστάσεων, όπου οι ήρωές του, ταπεινοί και καταφρονεμένοι, καλούνται να δώσουν μάχες συχνά εκ των προτέρων χαμένες. Οι μεθυσμένοι και οι πόρνες, οι εργάτες και οι αγρότες, οι άδειοι δρόμοι και τα καφενεία στις πόλεις και τα κακά φεγγάρια περιβάλλονται την αχλύ των συμβόλων. Σημείο αναφοράς του κόσμου αυτού, το αγόρι που μεγαλώνει και γίνεται ένας «μοναχικός άντρας», πλάι σε γυναίκες πάντα ανόητες και επικίνδυνες. Καθώς η ποίηση του Παβέζε εστιάζει όλο και περισσότερο στο ερωτικό και υπαρξιακό στοιχείο («Η γη και ο θάνατος», «Θα ’ρθει ο θάνατος και θα ’χει τα μάτια σου»), η τονικότητα αλλάζει, ο συμβολισμός και ο λυρισμός κυριαρχούν και ο ολιγοσύλλαβος πλέον στίχος εκφράζει με αμεσότητα τα αισθήματα και τις προθέσεις: «Κάποιος πέθανε/πολύ καιρό πριν –/ κάποιος που προσπάθησε/μα δεν ήξερε».

Τα δύο βιβλία μάς προσκαλούν πράγματι να διαβάσουμε ξανά ένα μεγάλο συγγραφέα, που παραμένει οικουμενικός μιλώντας για τον τόπο του και σύγχρονος διερευνώντας τη μυθική διάρκεια. Έτσι, θα προτιμούσαμε να λείπουν κάποιες αβλεψίες, ενίοτε σοβαρές, στα εργοβιογραφικά στοιχεία της έκδοσης των «Ποιημάτων», που σχολιάζει ωστόσο την ποίηση του Παβέζε μέσα από ενδιαφέροντα κείμενα, δικά του και άλλων.

Για τα ποιήματα, Εισ. Massimo Cazzulo, Μετ. Γιάννης Η. Παππάς 
Για το, Φεγγάρι και φωτιές, Μετ. Αννα Παπασταύρου


Καθημερινή 12-03-2006


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου